Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

Το λιώσιμο του πάγου.

ΤΟ ΛΙΩΣΙΜΟ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ


Δημοσιεύτηκε και στο: http://www.microstory.gr/#!to-liosimo-toy-pagou/cbke

Το παγάκι έλιωνε αργά-αργά στην παλάμη της κι εκείνη καθόταν και το κοίταζε σαν υπνωτισμένη. Το νερό έσταζε στο τραπέζι κι από’ κει έπεφτε στο πάτωμα.
…Νερό στο πάτωμα… Υπό άλλες συνθήκες θα έσπευδε να το σκουπίσει, μήπως το πατήσει κάποιος και γίνει λάσπη… Είχε μια εμμονή με την καθαριότητα. Κατ’ ακρίβεια είχε μια συγκεκριμένη εικόνα για το πώς έπρεπε να λειτουργεί το κάθε πράγμα και την ακολουθούσε ευλαβικά… Ο άντρας την αποκαλούσε συχνά ‘’control freak’’.
Ήταν καλοκαίρι, νύκτα. Το σπίτι ήταν εκκωφαντικά ήσυχο. Τα δύο της αγόρια είχαν ήδη αποκοιμηθεί, στα καθαρά και σιδερωμένα σεντόνια τους, φρεσκολουσμένα, ταϊσμένα και χαρούμενα. Ο άντρας της είχε βγει, γεγονός σπάνιο, για φαγητό με τους παλιούς συμμαθητές του.
 

Εκείνη, μόλις έκλεισε η πόρτα πίσω του, άρχισε να φροντίζει τις εκκρεμότητες που της είχαν μείνει, σχεδόν τρέχοντας: μάζεψε τα απλωμένα ρούχα, έβαλε άλλο πλυντήριο, έπλυνε τα λιγοστά πιάτα, μάζεψε τα παιχνίδια των παιδιών από το πάτωμα, καθάρισε τα παπούτσια τους από τις λάσπες, διάλεξε τα ρούχα που θα έβαζαν την άλλη μέρα στο σχολείο, έξυσε 5 μολύβια για τον μεγάλο της γιο, τύπωσε 1 σελίδα με λαχανικά που τους είχε ζητήσει η δασκάλα, κάπνισε ένα τσιγάρο, τάισε το ψάρι-μονομάχο, πότισε τον βασιλικό και κάθισε στον αναπαυτικό καναπέ. Έγειρε πίσω, με την μυρωδιά του μαλακτικού από τα απλωμένα ρούχα να της γαργαλά τα ρουθούνια και άναψε την τηλεόραση...

‘Αλλαξε κανάλι. Με απορία σκέφτηκε: ‘’μα, έπρεπε να έχει αρχίσει…μήπως θυμάμαι λάθος κανάλι;…’’ και δώσ’ του να κάνει ζάπιγκ…Μάταια…Το πρόγραμμα που αδημονούσε να παρακολουθήσει δεν μεταδιδόταν πουθενά... ''Το ανέβαλαν;'' μονολόγησε όταν ξαφνικά συνειδητοποίησε τί είχε γίνει: θυμόταν ότι το πρόγραμμα άρχιζε στις 9, ενώ άρχιζε στις 19:00…Πάγωσε. Πώς την είχε πατήσει έτσι;…
Τότε συνέβηκε: τα μάτια της γέμισαν δάκρυα και σε λίγο ένιωθε το στήθος της να ανεβοκατεβαίνει από τους λυγμούς. Απορούσε και η ίδια με την αντίδρασή της, αλλά δεν μπορούσε να το ελέγξει. Έκλαιγε και γελούσε ταυτόχρονα, μη μπορώντας να εξηγήσει γιατί ο οργανισμός της είχε αντιδράσει σαν παιδί, για ένα τόσο ασήμαντο θέμα…
Εκεί ήταν που αποφάσισε να βάλει ένα ποτό. Είχε βάλει μια σεβαστή ποσότητα ουίσκυ στο χαμηλό ποτήρι και άνοιξε την κατάψυξη για πάγο, όταν την έπιασαν ξανά τα κλάματα και κάθισε σχεδόν ανήμπορη να κάνει οτιδήποτε άλλο, παρά να κοιτάζει τον πάγο που έλιωνε στο χέρι της. Δεν ξέρει πόση ώρα καθόταν έτσι. Στο μυαλό της άρχισαν να περνούν οι εικόνες της καθημερινότητάς της… Για όλους είχε χρόνο, για τα παιδιά της, τον άντρα της, τους γονείς της, τους φίλους της, το αφεντικό της, το σπίτι της….Για όλους, εκτός από την ίδια.
Για πρώτη φορά ένιωσε προδομένη από κάποιον κι αυτός ήταν ο ίδιος της ο εαυτός.Το παγάκι έλιωνε κι αυτή κλείνοντας τα μάτια άφησε συνειδητό και υποσυνείδητο να την βομβαρδίσουν...Πριν κάνει παιδιά, πριν γνωρίσει τον άντρα της, πριν πιάσει δουλειά δήλωνε επαναστάτρια, ονειρευόταν άλλα πράγματα, λαχταρούσε να ταξιδέψει, να γνωρίσει κόσμο, να μυρίσει την βρεγμένη άσφαλτο σε μακρινές μεγαλουπόλεις, το καμένο ξύλο σε απόμακρα χωριά, να γευτεί σπάνια κρασιά σε απέραντους αμπελώνες, να μισοκλείσει τα μάτια σε εξωτικά ηλιοβασιλέματα, να κοιμηθεί σε φτηνά ξενοδοχεία, να τσακωθεί σε άλλες γλώσσες...Τώρα; Τώρα το μυαλό της έβαζε στόχους, όπως το ράψιμο ενός κουμπιού πριν από την Δευτέρα ή το καθάρισμα των παιδικών παπουτσιών πριν από το αύριο...
Ανοίγει τα μάτια. Πίνει 2 γερές γουλιές από το ποτό της, σκουπίζει τα χέρια και με αποφασιστικό βήμα προχωρά στο γραφείο. Ανοίγει τον υπολογιστή και με κοφτές κινήσεις, χωρίς πολλή σκέψη, κλείνει αεροπορικά εισιτήρια και ξενοδοχείο για Θεσσαλονίκη. Φεύγει αύριο Παρασκευή στις 11:00 και επιστρέφει μεσημέρι Κυριακής...Η καρδιά της πάει να σπάσει. ''Τί έκανα;..''. Νιώθει σαν να βούτηξε από μεγάλο ύψος στην τρικυμισμένη θάλασσα. Πρέπει να κολυμπήσει, να πάει με το ρέμα.Βουρτσίζοντας τα δόντια της, προσπαθεί να ψυχολογήσει την πράξη της.''Tί προσπαθώ να αποδείξω…και σε ποιον;…..δεν είμαι καλή μάνα.... πού να πηγαίνω τώρα;…..μήπως σταμάτησα να αγαπώ τον άντρα μου;….μήπως σταμάτησε εκείνος να με αγαπά γι' αυτό έχω τάσεις φυγής;….κι αν δεν ξαναγυρίσω πίσω;……μήπως να το ακυρώσω;…’’
...Τον άντρα της τον αγαπούσε. Απλά είχαν και οι δύο βυθιστεί στην λίμνη της καθημερινότητας, με  θολά νερά λόγω της συνεχούς κίνησης του πυθμένα. Δεν επικοινωνούσαν ουσιαστικά, απλά μιλούσαν για τα βασικά, έκαναν έρωτα χωρίς πάθος και έβγαιναν βόλτες για να περάσει η ώρα. Στο βάθος, είχαν και οι δύο βαρεθεί. Το μόνο σημαντικό που τους έδενε ήταν αυτό που είχαν κοινό: τα παιδιά τους…
‘’Αύριο θα ξυπνήσω τα μωρά όπως κάθε μέρα, θα ετοιμαστούμε, θα μπούμε στο αυτοκίνητο, θα τους βάλω το τραγούδι που τους αρέσει και θα τους πω ότι θα πρέπει να λείψω ως την Κυριακή για δουλειά…Θα τους υποσχεθώ ότι θα τους φέρω τα πιο ωραία δώρα και θα τα αφήσω στο σχολείο. Έπειτα θα έρθω σπίτι, θα ετοιμάσω την βαλίτσα μου και θα τηλεφωνήσω του Βασίλη στην δουλειά. Θα του πω ότι χρειάζομαι λίγο χρόνο με τον εαυτό μου, θα του πω να μην ανησυχεί, ότι θα πρέπει να παραλάβει τα παιδιά από το σχολείο και ότι Κυριακή θα επιστρέψω…’’.
Με τις σκέψεις αυτές αποκοιμήθηκε, παρέα με ανήσυχα όνειρα. 
Την άλλη μέρα όλα διαδραματίστηκαν ακριβώς όπως τα σχεδίασε. Οι γιοι της δεν διαμαρτυρήθηκαν, άλλωστε με τον πατέρα τους περνούσαν πολύ καλά. Ίσα-ίσα που βιάζονταν να φύγει, για να επιστρέψει με τα ‘’μεγάλα δώρα’’. Χάρηκε με αυτή τους την αντίδραση, αλλά αισθάνθηκε και λίγο παράξενα. Ο άντρας της τα έχασε όταν του ανακοίνωσε την απόφασή της, αλλά ήταν σε σύσκεψη και δεν μπορούσε να μιλήσει άνετα, γι’ αυτό της είπε ότι θα της τηλεφωνήσει αργότερα.. Του είπε να μην ανησυχεί και ότι θα επέστρεφε σύντομα, ότι με τα παιδιά είχε εξηγηθεί και τον παρακάλεσε να μην της τηλεφωνούσε, εκτός αν ήταν κάτι επείγον…Δεν ήθελε να μπει στην διαδικασία να ακούσει από εκείνον ερωτήσεις, τις οποίες δεν θα μπορούσε να απαντήσει…
Οι επόμενες ώρες έμοιαζαν να κυλούν σαν ένα γρήγορο ‘’γύρω-γύρω όλοι’’… Δεν προλάβαινε να συνειδητοποιήσει τι γινόταν, απλά κάτι την τραβούσε κι εκείνη ακολουθούσε αδιαμαρτύρητα. Είχε ρίξει τα απαραίτητα στην βαλίτσα, είχε καλέσει ταξί και προτού το καταλάβει είχε φτάσει στο αεροδρόμιο. Μπαίνοντας στο ψηλοτάβανο και θορυβώδες κτίριο, αισθανόταν σαν έφηβη που περπατούσε με τα ψηλά της τακούνια για πρώτη φορά. Προσπαθούσε να ισορροπήσει στην νέα κατάσταση με αίσθημα δέους και ανασφάλειας.
Θεσσαλονίκη έφτασε στις 14:00. Κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο, όλες οι παλιές τις εικόνες από το γνωστό αεροδρόμιο ήρθαν να την καλωσορίσουν. Είχε περάσει δεκάδες φορές από εκεί, ως φοιτήτρια που πηγαινοερχόταν μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας.  Περπατούσε τώρα με σίγουρα και σταθερά βήματα. Άρχισε να φοράει τον εαυτό της.
Το ξενοδοχείο στο οποίο είχε κάνει κράτηση, ήταν από τα πιο πολυτελή στην πόλη. Έκλεισε δωμάτιο στον ψηλότερο όροφο, με θέα την θάλασσα. Ένας υπάλληλος την οδήγησε εκεί και της άνοιξε τις κουρτίνες. Μόλις η πόρτα έκλεισε πίσω του, έμεινε για λίγο εκστατική να κοιτάζει την θέα και μετά βούτηξε στο απαλό και καλοστρωμένο κρεβάτι. Με ορθάνοιχτα μάτια έμεινε να κοιτάζει το ταβάνι, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει τι γινόταν…
’’Είμαι μόνη μου…Απολύτως μόνη μου!...Απίστευτο!...’’. Τινάχτηκε πάνω σαν ελατήριο από την υπερδιέγερση και τον ενθουσιασμό. Το είναι της ήταν σε πλήρη υπαρξιακή ανάταση…Πήρε την σαμπάνια και τις φράουλες ‘’καλωσορίσματος’’ από το χαμηλό τραπέζι και βγήκε στο άνετο μπαλκόνι. Μπροστά της απλωνόταν ο Θερμαϊκός. Ο Λευκός Πύργος ορθωνόταν σε απόσταση, ατράνταχτη απόδειξη ότι βρισκόταν στην πόλη που αγαπούσε. ‘Ηπιε μια γουλιά από την αφρώδη, ροζ σαμπάνια και έφαγε 2 φράουλες. Απόλαυση. ‘’Αρχίζει να μου αρέσει επικίνδυνα αυτό που ζω…’’σκέφτηκε και παραλίγο να νιώσει τύψεις.Μετά την τρίτη γουλιά σαμπάνιας, άρχισε να οργανώνει τις σκέψεις της: ‘’...Πρέπει να βγάλω τα πράγματα από την βαλίτσα, να κρεμάσω τα ρούχα-θα μου τσαλακωθούν…Μετά να πάρω κανέναν υπνάκο;….Αστειεύομαι;!...Ήρθα τόσο δρόμο για να κοιμηθώ;…Θα ρουφήξω την εμπειρία ως το μεδούλι!’’. Ρούφηξε  μονορούφι την σαμπάνια και μπήκε μέσα. Έβγαλε τα ρούχα της από την βαλίτσα, τα τακτοποίησε και μετά όρμηξε στο μπάνιο για ένα αναζωογονητικό ντους.. ’’Πρέπει να ελαττώσω λίγο τους ρυθμούς μου, πάω όπως το μηχανάκι…’’.Το ζεστό νερό την χαλάρωσε. Βγαίνοντας από το μπάνιο συνειδητοποίησε ότι η σαμπάνια την είχε ζαλίσει. ‘’Χρειάζομαι επειγόντως καφέ!’’…Έβαλε το στενό της τζην, ένα γαλάζιο πουκάμισο που πήγαινε με τα μάτια της, βάφτηκε διακριτικά, έβαλε το καινούργιο άρωμα που είχε αγοράσει από το αεροδρόμιο και βγήκε…
Στρίβοντας στον διάδρομο, συγκρούστηκε με έναν κύριο και λίγο έλειψε να του ρίξει τον φορητό υπολογιστή που κρατούσε…Του απολογήθηκε και έφυγε πριν προλάβει αυτός να αντιδράσει…Το ξενοδοχείο διέθετε ένα πρώτης τάξης υπαίθριο χώρο, όπου σέρβιραν ροφήματα και τσιμπήματα. Κάθησε κάπου όπου μπορούσε να απολαύσει την θέα και παρήγγειλε. 
Πίνοντας το freddo cappuccino της, συνειδητοποίησε ότι στα χείλη της είχε μείνει αγκυλωμένο ένα χαμόγελο, εδώ και πολλή ώρα.’’ Θα με πάρουν για χαζοχαρούμενη έτσι που χασκογελώ μόνη μου’’ σκέφτηκε και σχεδόν ξέσπασε σε γέλια. Λάτρευε την κάθε στιγμή: την ανωνυμία της, την προσμονή για τα υπέροχα πράγματα που την περίμεναν, το κάλεσμα της πόλης, την ελευθερία κινήσεων, την αυτοπεποίθηση που ένιωθε…
Κόντευε απόγευμα όταν κατέβηκε στην πλατεία Ναυαρίνο, όταν το στομάχι της την θύμισε ότι μόνο 2 φράουλες είχε φάει από το πρωί… Κατευθύνθηκε προς την κρεπερί που σαν φοιτήτρια είχε σοβαρά επιχορηγήσει, αλλά στην θέση της είχε ανοίξει γυράδικο…’’Εδώ θα τα χαλάσουμε;…Γύρος;…Γύρος λοιπόν!.... Με μπόλικο τζατζίκι μάλιστα!’’…Περπατώντας και τρώγοντας, οι θύμησες πετάγονταν μία-μία από τις γωνιές. ’’Σ’ αυτό εδώ το μαγαζί τρύπησα έβγαλα τρύπα στο αυτί μου…Εδώ συναντήθηκα με τον Ανδρέα, το πρώτο μου φοιτητικό φλερτ, για πρώτη φορά….Εδώ μου’ φυγε το τακούνι ξημερώματα από το γλίστρημά μου στα χιόνια…’’Περπατώντας, έφτασε στην παραλία. Κάθισε σ’ ένα παγκάκι και αγνάντευε τον ορίζοντα… Κι εκεί, το βλέμμα της έγινε ίδιο με την σκοτεινή θάλασσα…Θυμήθηκε κάποιες βραδιές, τότε που σαν φοιτήτρια δεν είχε καν τηλεόραση, που κατέβαιναν στην παραλία με την παρέα της και κάθονταν σ’ αυτά τα ίδια παγκάκια.. Πόσα αβίαστα γέλια, πόσα πειράγματα, πόση ανεμελιά!  Πόσα είχε μοιραστεί με ανθρώπους που τώρα δεν υπήρχαν στην ζωή της, είτε επειδή οι δρόμοι τους χώρισαν, είτε επειδή η καθημερινότητα τους απορρόφησε…
Σηκώθηκε και συνέχισε να περπατά.Το βράδυ την βρήκε στα Κάστρα. Ούτε κατάλαβε πώς έφτασε μέχρι εκεί. Παρατηρούσε τώρα από ψηλά την φωτισμένη πόλη και ένιωθε πως είχε μπει σε άλλη διάσταση. Το μυαλό και η ψυχή της απορροφούσαν εικόνες, μυρωδιές και συναισθήματα τόσο γρήγορα και τόσο απόλυτα, που νόμιζε ότι κάθε κύτταρό της είχε προσωποποιηθεί και το ζούσε μαζί της.
Όταν τα πόδια της δεν την υπάκουαν άλλο, πήρε ένα ταξί και επέστρεψε στο ξενοδοχείο. Ετοιμάστηκε για ύπνο, άνοιξε την μπαλκονόπορτα για να ακούει τον θόρυβο της πόλης και κοιμήθηκε παρέα με το ίδιο χαμόγελο που είχε κολλημένο στα χείλη από την στιγμή που κατέβηκε από το αεροπλάνο...
Την άλλη μέρα το πρωί, αν και δεν είχε βάλει ξυπνητήρι, ξύπνησε στις 5:40, όπως άλλωστε ήταν προγραμματισμένος ο οργανισμός της. Μόλις συνειδητοποίησε πού βρίσκεται, χώθηκε στα σκεπάσματα κι ένιωσε τα αυτιά της να ζεσταίνονται από ευχαρίστηση. Τότε αναρωτήθηκε τι να έκαναν σπίτι και έβαλε στο πρόγραμμά της να τους τηλεφωνήσει αργότερα. Χουζούρεψε ως τις 7:00 και μετά τίναξε τα σεντόνια από πάνω της, νίφτηκε, ντύθηκε και κατέβηκε στην τραπεζαρία για πρωινό. Ήταν η πρώτη που έφτασε εκεί και χάρηκε γι’ αυτό. Γέμισε το πιάτο της και κατευθύνθηκε στην βεράντα. Πλησίασε στο τραπέζι που είχε καθίσει την προηγούμενη μέρα, όταν είδε και κάποιον άλλο να κάθεται παραδίπλα. ‘’Τελικά δεν είμαι η πρώτη’’ σκέφτηκε
.Άρχισε να βουτά το ψωμί της στα τηγανιτά αυγά, όταν της ήρθε μια ενοχλητική μυρωδιά…’’Μα…τί μυρίζει έτσι;…Πούρο;…Ποιος καπνίζει πούρο πρωί-πρωί, έλεος!...’ Ένιωσε σαν να λερώθηκε το καλό της φουστάνι με κόκκινο κρασί, σιχαινόταν αυτή την μυρωδιά. Γύρισε προς το μέρος του τύπου που είχε εντοπίσει πριν, αλλά δεν τον έβλεπε πουθενά. Γυρίζοντας προς το πιάτο της, άκουσε ένα διακριτικό βήξιμο. Ο τύπος στεκόταν δίπλα της και προσπαθούσε να της τραβήξει την προσοχή. Ήταν ο άντρας που χθες είχε συγκρουστεί μαζί του στον διάδρομο. Ευπαρουσίαστος κύριος, γύρω στα 45-50, με κουστούμι και πάλι και με το πούρο στο αριστερό του χέρι…
-Με συγχωρείτε, γνωριζόμαστε; Της είπε.
-…Ε, δεν νομίζω…
-Παράξενο, κάπου σας έχω ξαναδεί…
Αν δεν είχε συμβεί το χθεσινό στον διάδρομο, θα σκεφτόταν ότι της κολλούσε και μάλιστα με τον πιο μπανάλ τρόπο…
-Τέλοσπάντων…Επειδή σας είδα που δυσανασχετήσατε λίγο πριν, ήρθα να σας ρωτήσω αν σας ενοχλεί το πούρο…
-Ε…Κατακρίβειαν ναι, με ενοχλεί, αλλά είναι ανοιχτός χώρος και δικαιούστε να καπνίζετε, οπότε πρόβλημά μου.
- Ε όχι κι έτσι…Θα το σβήσω αμέσως…Πάντα έτσι υποβιβάζετε τον εαυτό σας;..
-Συγγνώμη;…
-Όταν κάποιος σας ενοχλεί, λέω, τον αφήνετε να συνεχίζει αμέριμνος;…
-Ε, συνήθως όχι.
-Με εμένα έτσι κάνατε όμως…
-…Είστε ψυχολόγος;
Ο τύπος σβήνοντας τον πούρο, κάθισε στην καρέκλα απέναντί της.
-Όχι, επιχειρηματίας. Λέγομαι Παύλος…Εσύ;
‘’Πάει και ο πληθυντικός, στρογγυλόκατσε κιόλας…’’ σκέφτηκε και πριν προλάβει να του επιτεθεί λεκτικά, της είπε:
-Θα σκέφτεσαι πόσο θράσος έχω, να κάθομαι απρόσκλητος στο τραπέζι σου και να σου μιλάω στον ενικό, ακόμα δεν σε γνώρισα. Ίσως να ετοιμάζεσαι ακόμα και να μου την πεις…
Αυτή έμεινε άναυδη. Σκέφτηκε να σηκωθεί να φύγει ή να τον βρίσει ή να φωνάξει ένα γκαρσόνι….Τελικά της βγήκε ένα χειμαρρώδες γέλιο…Αυτός την έβλεπε χαμογελώντας και απορροφούσε το γέλιο της με ευχαρίστηση.
-Πάντως κάνεις για ψυχολόγος!...Και ναι, ετοιμαζόμουν να σου ζητήσω τον λόγο…
-Μπράβο! Άργησες, αλλά θα το έκανες ε; Ωραία, μια όμορφη και μόνη γυναίκα σαν κι εσένα δεν πρέπει να αφήνει κανένα να την ενοχλεί.
-Δεν είμαι μόνη…
-Άρα παραδέχεσαι ότι είσαι όμορφη…Καλά κάνεις…
-Δεν ήθελα να πω αυτό…
-…Δεν είσαι μόνη; Τι εννοείς; Δεν βλέπω κάποιον εδώ δίπλα σου…
-…Είμαι παντρεμένη…
-Και τί κάνεις εδώ χωρίς τον σύζυγό σου;
-Διακοπές.
-Πολύ μοντέρνο ζευγάρι είσαστε!...
-Ήρθα για 2 μέρες…Ήθελα ένα διάλειμμα…Αλλά γιατί κάθομαι και σ’ τα λέω εσένα αυτά;..
-Επειδή κάνω για ψυχολόγος, εσύ το είπες..
Εκείνη άρχισε να γελά. Μόλις τελείωσε της είπε:
-Έλα, πάμε...
-Πού;!
-Έλα, θα δεις...
-Μα....
-Έλα, μην φοβάσαι…
Κατευθύνθηκαν στη ρεσέψιον και εκείνος απευθυνόμενος στον υπάλληλο είπε: ''Δημήτρη, θα πάω με την κυρία έναν περίπατο. Αν με ζητήσει κανείς, πες του να αφήσει όνομα και τηλέφωνο και θα τον πάρω εγώ''.
''Εντάξει κύριε Παύλο!''
Γυρίζοντας προς το μέρος της, της είπε: ''Είδες, με ξέρουν εδώ. Σε είδαν και μαζί μου, οπότε δεν κινδυνεύεις.. Εκτός αν το θελήσεις εσύ...''.
Το πότε βρέθηκε συνοδηγός στο πολυτελές αυτοκίνητό του, ούτε που το κατάλαβε. Τα καθίσματα ανέδιδαν την μυρωδιά του γνήσιου δέρματος, ανακατεμένου με καπνό ακριβού πούρου…Το ραδιόφωνο ήταν συντονισμένο σ’ ένα σταθμό που έβαζε τραγούδια της δεκαετίας του ’80, τα αγαπημένα της.Το οδήγημά του ήταν ήρεμο και σταθερό. Ένιωθε μια παράξενη ασφάλεια μαζί του…Η λογική της όμως πάλευε να την συνεφέρει και να της θυμίσει τις θεμελιώδεις της αρχές: ‘’δεν μπαίνουμε σε αυτοκίνητα αγνώστων!...’’, ΄΄δεν δίνουμε θάρρος σε κάποιον που μόλις γνωρίσαμε..’’, ‘’…και στο κάτω κάτω είσαι παντρεμένη! Τί δουλειά έχεις εσύ με έναν ξένο άντρα;!...’’…Μάταια η προσπάθειά της…Την έκλεισε σε ένα συρτάρι του συνειδητού της.
-...Μπορείς να καπνίσεις αν θες. Της είπε.
-Ευχαριστώ, με ζαλίζει το τσιγάρο μέσα στο αυτοκίνητο…Πού πάμε;
-Θα δεις. Της είπε χαμογελώντας.
Μετά από καμιά ώρα, έφτασαν σε ένα παραθαλάσσιο μέρος. Στάθμευσε έξω από μια ψαροταβέρνα. Κατέβηκαν από το αυτοκίνητο και το σώμα της τον ακολουθούσε σαν να είχε αποκτήσει δική του βούληση. Η λογική ξετρύπωσε για λίγο από το συρτάρι που ήταν κλειδωμένη και την έκανε να κοντοσταθεί…
Εκείνος την είδε που σταμάτησε και την παρότρυνε χαμογελώντας και νεύοντάς της με το κεφάλι: ‘’Έλα, έλα…’’.Από εκείνη τη στιγμή, μέχρι την ώρα που επέστρεψαν στο ξενοδοχείο, είχε αφεθεί στην μοίρα της.
Ο Παύλος ήταν πολύ περιποιητικός μαζί της. Την άκουγε προσεκτικά όταν μιλούσε, της πρόσφερε φαγητό, της γέμιζε το ποτήρι και της έδωσε το σακάκι του όταν η βραδινή δροσιά τους σκέπασε. Την έβλεπε στα μάτια και χαμογελούσε όταν η κουβέντα το πρόσταζε. Σοβάρευε όταν σοβάρευε κι αυτή και την καθησύχασε όταν του είπε 2-3 φορές, ότι συνήθως δεν ακολουθεί κάποιον που μόλις γνώρισε.Οι ώρες πέρασαν χωρίς να το καταλάβει. Φτάνοντας στο ξενοδοχείο την ρώτησε: ''Τί θες να κάνουμε τώρα;''...Εκείνη, σαν να ήταν παρατηρητής στην ίδια τη συζήτηση, άκουσε τον εαυτό της να λέει: ''Χρειάζομαι ένα μπάνιο και να αλλάξω ρούχα...Θα σε συναντήσω σε μια ώρα στη ρεσέψιον''. Της έγνεψε καταφατικά.
Πήγε στο δωμάτιό της, γδύθηκε και μπήκε στο ντους. Έβαλε το πιο ωραίο φόρεμα που είχε φέρει μαζί της, φόρεσε το πιο κόκκινο κραγιόν που είχε, κοίταξε το είδωλό της στον καθρέφτη και δίστασε για λίγο. Μετά αναφώνησε: ''είμαι μεγάλο κορίτσι!'' και βγήκε αποφασιστικά.Όταν τον αντίκρισε, διάβασε στο βλέμμα του τον θαυμασμό και το δέος που νιώθει ένα αρσενικό όταν βλέπει ένα θηλυκό που του αρέσει. Τον πλησίασε κι αυτός της είπε σχεδόν ψιθυριστά: ''...είσαι πολύ όμορφη...''.Πήγαν για βόλτα στην παραλία, για ποτό στα Λαδάδικα, για σούπα στα Κάστρα....Μαζί του αισθανόταν τόση οικειότητα και άνεση, που της έκανε εντύπωση. Γελούσε αβίαστα με τα αστεία του και ένιωθε όμορφα με τα κομπλιμέντα του...Είχαν έρθει κοντά.Την ώρα που επέστρεψαν στο ξενοδοχείο ήταν ξημερώματα και ήταν και οι 2 μεθυσμένοι. Την συνόδεψε ως την πόρτα του δωματίου της κι εκεί σταμάτησαν. Την κοίταξε στα μάτια, της χάιδεψε μια τούφα που είχε ξεφύγει από τα μαζεμένα μαλλιά της και την πλησίασε. Μια φλέβα που χτυπούσε στο λαιμό του φανέρωνε την αναστάτωση που υπήρχε στο μυαλό του…Ήθελε να την φιλήσει, να την κλείσει στην αγκαλιά του, να την σηκώσει στα χέρια και να της κάνει έρωτα ως το πρωί…Εκείνη είχε την γεύση της όμορφης βραδιάς στο στόμα και την πίκρα του επικείμενου τέλους…
Χαμήλωσε τα μάτια καθώς εκείνος συνέχιζε να της χαϊδεύει τα μαλλιά…Η στιγμή εκείνη ήταν από αυτές που μπορούν να αλλάξουν την ροή της ιστορίας…Το ήξερε, το καταλάβαινε, αλλά προσπαθούσε να την αποδυναμώσει βλέποντας την εμπριμέ μοκέτα του διαδρόμου και προσπαθώντας να βρει το μοτίβο που την σχημάτιζε…Έκλεισε τα μάτια και αφέθηκε για λίγο στα χάδια του…Το ποτό κυκλοφορούσε στις φλέβες της και έπαιζε τον ρόλο του συμμάχου του Παύλου…Ανοίγοντάς τα και αντικρίζοντας ένα πρόσωπο του οποίου τα σημάδια δεν γνώριζε, συνήλθε…Νιώθοντας πιο σίγουρη από ποτέ, του είπε: ''Πέρασα υπέροχα σήμερα Παύλο... Υπέροχα…Είχα πολλή ανάγκη από έναν άνθρωπο σαν κι εσένα, από έναν φίλο...Σ' ευχαριστώ για όλα...Καληνύχτα.''. Ο Παύλος έμεινε ακίνητος και παγωμένος να κοιτάζει την κλειστή πόρτα…Χαμήλωσε το κεφάλι, μειδίασε με απογοήτευση και έφυγε…
Την άλλη μέρα ξύπνησε από το ξυπνητήρι του τηλεφώνου της…Τινάχτηκε πάνω, είδε την ώρα, συνειδητοποίησε τον φρικτό πονοκέφαλο που της τρυπούσε τον εγκέφαλο, έριξε με ορμή νερό στο πρόσωπό της, ετοιμάστηκε πνίγοντας βρισιές και κατέβηκε για πρόγευμα…Ο Παύλος καθόταν στο ίδιο τραπέζι που είχαν γνωριστεί την προηγούμενη. Πλησίασε και κάθισε. Εκείνος χωρίς να της μιλήσει, της πρόσφερε καφέ. Τα μάτια του ήταν σκοτεινιασμένα, γυάλινα, φαινόταν ατημέλητος…Πήρε το φλιτζάνι, ρούφηξε μια γουλιά και έμεινε σιωπηλή. Όταν δεν άντεχε πια τη σιωπή, του είπε:
-...Παύλο, θα φύγω σε λίγο…
-Το ξέρω…
-...Δεν ξέρω τί….
-…’’Τί’’ να πεις;.. Καλύτερα να μην πεις τίποτα…Τα ξέρουμε…Ήμουν στην αντίπερα όχθη κάποτε… ’’Παύλο, είσαι υπέροχος άνθρωπος, πέρασα υπέροχα, όλα υπέροχα!!!!...’’
Έμεινε να τον κοιτάζει με απορία και έκπληξη. Δεν περίμενε τέτοια έκρηξη. Πριν 24 ώρες καθόταν εδώ μόνη της και την ενοχλούσε ο καπνός από το πούρο ενός άγνωστου. Και σήμερα αυτός ο ‘’άγνωστος’’ της μιλά σαν να γνωρίζονται χρόνια…
-...Συγγνώμη…Παραφέρθηκα…Αλλά ξέρεις κάτι;…Κι εγώ πέρασα πολύ ωραία χθες! Εκνευριστικά ωραία!...Είχε πολύ καιρό να νιώσω έτσι…Με γοήτευσες από την πρώτη στιγμή, που βρεθήκαμε στον διάδρομο…
-Μα…
-…Ναι, τί γραφικό…Γυναίκα περπατά σε διάδρομο ξενοδοχείου και στρίβοντας βιαστικά πέφτει σε άντρα κατά λάθος, ο οποίος την ερωτεύεται κεραυνοβόλα…
-….Δεν έφυγε η επήρεια του ποτού από χθες νομίζω….
-….Κοίτα, οι σχέσεις μου με τις γυναίκες είναι επί το πλείστον επιφανειακές και έχουν συνήθως την ίδια κατάληξη…Άξονας το σεξ….Η κουβέντα πριν το σεξ, το σεξ και ίσως κανένα τηλεφώνημα μετά το σεξ…Ως εκεί…Μαζί σου αφέθηκα να νιώσω…Ήξερα ότι ήμουν χαμένος σχεδόν από την αρχή και πάλι…..
Χαμογελώντας του είπε:
-…Δεν ξέρω τι να πω…Ίσως αν γνωριζόμασταν κάποια άλλη στιγμή, σε άλλη εποχή….Δεν θα άφηνα να μου ξεφύγεις…Αλλά τώρα….Δεν….
-…Το ξέρω…Απλά επειδή ίσως να μην βρεθούμε ποτέ ξανά, ήθελα να σ’ τα πω…Δεν μπορείς να με εκθέσεις, ούτε το επίθετό μου δεν σου είπα….
Εκείνη γέλασε και του άγγιξε τον ώμο…
-Παύλο, θέλω να ξέρεις ότι κι εγώ ένιωσα πράγματα για’ σένα…Προοίμια συναισθημάτων που δεν ήξερα ότι μπορούσα να αισθανθώ…
-‘’Προοίμια’’….
-Ναι…Με έκανες να νιώσω ξεχωριστή, με έκανες να νιώσω γυναίκα…
-Όχι, αυτό δεν με άφησες να σου το δείξω…Ένα φιλί στο μάγουλο και ‘’καληνύχτα Παύλο…’’….
-Έλα, σταμάτα….Ξέρεις τι εννοώ…
-Όχι δεν ξέρω…Δηλαδή ο άντρας σου δεν σε κάνει να νιώθεις έτσι;….
-…Με κάνει…Με έκανε…Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όταν είσαι πολύ καιρό με τον άλλο, ξέρεις…
-Όχι δεν ξέρω…Για πες…
-…Τον άντρα μου τον αγαπώ…Τον διάλεξα και τον παντρεύτηκα…Απλά κάπου χαθήκαμε στα μονοπάτια της ρουτίνας…Όταν είσαι κάθε μέρα με κάποιον και έχεις υποχρεώσεις, παιδιά, άγχος, ευθύνες, σκοτούρες, είναι ο πρώτος που θα επηρεαστεί από την κατάσταση…Δεν μας μένει και πολλή ώρα για να δοθούμε στον άλλο…Όταν η νύχτα πέσει, τα παιδιά πάνε για ύπνο και όλες οι δουλειές έχουν γίνει, το μόνο που θέλεις είναι να βυθιστείς στον καναπέ και να αποχαυνωθείς…
-…Εσύ αυτό ήθελες;…
-Τις περισσότερες φορές ναι…Ήθελα να μην με ρωτήσει καν πώς ήταν η μέρα μου, τόσο πτώμα ήμουν που δεν είχα την δύναμη να του μιλάω….
-…Γι’ αυτό έφυγες;….Έλλειψη επικοινωνίας;…
-…Όχι…Έφυγα διότι την στιγμή που μου ήρθε να φύγω έπρεπε ή να το κάνω ή να πάθω νευρικό κλονισμό…Έσπασα…Όταν αφήνεις πράγματα μέσα σου, όταν συμβιβάζεσαι και κρύβεις κάτω από το χαλί, όταν ξεγελάς τον εαυτό σου για χρόνια, κάποια στιγμή θα γίνει το μπαμ….
-…Και τώρα;….
-…Τώρα είμαι καλά!...Και βοήθησες εσύ σ’ αυτό…
-Πώς;
-Σου είπα…Μου απέδειξες ότι μπορώ να υπάρξω και σαν κάτι άλλο από αυτό που ‘’υποδύομαι’’ κάθε μέρα…Μπορώ να δραπετεύσω όποτε θέλω και να παίξω κι άλλους ρόλους…Δεν είμαι έγκλειστη…Το κατάλαβες;….Μπορώ να είμαι εκεί που είμαι κατ’ επιλογήν!
-…Και με τον άντρα σου;…
-…Τώρα που εντόπισα το πρόβλημά μου, θα προσπαθήσω να τον ξανακερδίσω…Τον απομάκρυνα, παραπάνω εγώ φταίω για την κατάντια μας….
-… Είσαι πολύ ξεχωριστός άνθρωπος…Και το εκνευριστικό είναι ότι τα λόγια που είπες προηγουμένως με κάνουν να νιώθω κι εμένα ξεχωριστό…
-Μα είσαι…Είσαι τζέντλεμαν, είσαι άριστος ακροατής, έχεις ευφράδεια, χιούμορ και ευαισθησία…Τυχερή η γυναίκα που θα επιζήσει και μετά το one night stand σας….Αλλά γιατί εκνευρίζεσαι πάλι;
-Γιατί, ενώ με παρηγορούν, μου θυμίζουν το πόσο θα ήθελα να είμαι μέρος της ζωής σου…
-….Αυτό δεν γίνεται…
-…Το ξέρω…
Έμειναν και οι 2 σιωπηλοί για λίγα λεπτά, καπνίζοντας τσιγάρο και βλέποντας αλλού….Τελικά ο Παύλος έσπασε τη σιωπή λέγοντας…
-...Πρέπει να φύγεις…
Σηκώθηκε και της πρότεινε το χέρι. Σηκώθηκε κι αυτή, τον πλησίασε και αγκαλιάζοντάς τον του είπε ‘’σ’ ευχαριστώ’…
-Πες στον άντρα σου ότι είναι πολύ τυχερός…
Σπίτι της έφτασε λίγο μετά το μεσημέρι…Τα παιδιά έβλεπαν τηλεόραση και ο άντρας της ήταν απορροφημένος στον υπολογιστή. Τα μικρά, μόλις συνειδητοποίησαν ότι έφτασε η μητέρα τους, τινάχτηκαν σαν ελατήρια από τον καναπέ και άρχισαν να φωνάζουν.
Ο μεγάλος είπε χωρίς περιστροφές:
-Μαμά ήρθες! Επιτέλους! Πούν’ τα δώρα μας;!
-Μαμά, γιατί δεν ερχόσουν; Σε ήθελα και έκλαιγα…
Είπε ο μικρός που κάτι τέτοιες δραματικές ατάκες τις είχε πρόχειρες ανά πάσα στιγμή.
Εκείνη τους αγκάλιασε σφικτά, τους φίλησε πολλές φορές και τους έδωσε τα δώρα που είχε αγοράσει από το αεροδρόμιο…
’’Άντε, πηγαίνετε στο δωμάτιό σας να τα ανοίξετε…’’
Ο άντρας της είχε σηκωθεί από το υπολογιστή και την κοίταζε σιωπηλός…Το βλέμμα του είχε ένα κράμα απορίας, ανακούφισης και αγάπης…Ήθελε να της πει πολλά, αλλά δεν έβγαζε μιλιά…
Εκείνη τον πλησίασε, τον χαίδεψε στο μάγουλο και του είπε: ‘’…Θα μιλήσουμε, θα ΜΙΛΑΜΕ…Είμαι εδώ τώρα…Το επόμενο ταξίδι θα το κάνουμε μαζί…’’.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου